Πρόκειται για επινόηση του Φίλωνος του Βυζαντίου που αναπαριστούσε έναν δράκοντα ή ένα ελάφι που έπινε νερό με βουλιμία και βρυχηθμούς μόνο όταν ο Παν το αποστρεφόταν. Με την επάνοδο του Πανός ο δράκοντας ησύχαζε. Το θέμα επαναλαμβανόταν συνεχώς.
Για τη λειτουργία του αυτομάτου το νερό μιας πηγής οδηγούνταν στο εσωτερικό του στεγανού ενδιάμεσου δοχείου, εξαναγκάζοντας τον αέρα να εξέλθει από τον ενσωματωμένο στο δράκοντα ή στο ελάφι σωλήνα δίνοντας την αίσθηση των βρυχηθμών. Στη συνέχεια, όταν η στάθμη του νερού ξεπερνούσε το αξονικό σιφόνι άδειαζε μέσα από αυτό προς το κατώτερο δοχείο. Τότε, λόγω της υποπίεσης που δημιουργούνταν από την κένωση του δοχείου ο ενσωματωμένος στο ελάφι σωλήνας αναρροφούσε νερό, δίνοντας την αίσθηση της πόσης και η στάθμη στο μεγάλο κρατήρα κατέβαινε. Όταν ο Παν στρεφόταν προς το ελάφι, το νερό της πηγής οδηγούνταν μέσω της περιστρεφόμενης οριζόντιας σωλήνωσης απευθείας στο κατώτερο δοχείο και το φαινόμενο έπαυε, ενώ η στάθμη στο μεγάλο κρατήρα ανέβαινε.