Πρόκειται για έγχορδο όργανο με ξύλινο αντηχείο ημικυκλικής μορφής και ξύλινους βραχίονες που συνδέονταν ελαστικά με τις απολήξεις του ηχείου επιτρέποντας την ανεπαίσθητη πλευρική μετακίνησή τους δημιουργώντας έτσι έναν κυματιστό ήχο.
Πολλές φορές το ηχείο αποκτούσε μια κοίλη πεταλοειδή μορφή (όπως η φόρμιγγα) που μπορούσε μερικές φορές να εκφυλισθεί στη μορφή του γράμματος “υ” με τρείς ή τέσσερεις συνήθως χορδές. Ο κυλινδρικός ζυγός της έφερε εξισορροπητικά βάρη και τους μηχανισμούς τεζαρίσματος των χορδών. Οι χορδές της ξεκινούσαν από το χορδοστάτη και προσδένονταν με θηλιές σε δερμάτινες λουρίδες με κόμπους τυλιγμένες επί του ζυγού. Η προσεκτική περιστροφή του “δερματοσωρού” κάθε χορδής επέτρεπε το χόρδισμά της.