Στον αρχαίο κόσμο μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα ελάχιστες ήταν οι καινοτομίες στην αμυντική και πολιορκητική τέχνη. Η ασφάλεια των τειχών, η αριθμητική υπεροχή αλλά κυρίως η ανδρεία των στρατιωτών, ήταν συνήθως τα κύρια συγκριτικά πλεονεκτήματα των αντιπάλων. Όμως και σ’ αυτόν τον τομέα οι Έλληνες άλλαξαν τα δεδομένα.
Η αρχή έγινε στις Συρακούσες το 399 π.Χ. (επί Διονυσίου του Πρεσβύτερου) με την συστηματοποιημένη αρωγή της τεχνολογίας στην άμυνα της πόλης. Πλήθος μηχανικών πειραματίστηκαν τις δεκαετίες που ακολούθησαν με αποτέλεσμα την παραγωγή «οξυβελών» καταπελτών (εκτοξευτών βελών και μικρών λίθων μεγάλου βεληνεκούς και ισχυρής δύναμης κρούσης) αλλά και άλλων μηχανημάτων με αποκορύφωμα τις τρομερές πολεμικές μηχανές του Αρχιμήδη.
Όμως η μεγαλύτερη ώθηση στην πολιορκητική τέχνη πραγματοποιήθηκε από τους Μακεδόνες (το Φίλιππο Β΄, το Μέγα Αλέξανδρο και τους Επιγόνους) με την παραγωγή πανίσχυρων καταπελτών αλλά και την επινόηση εκπληκτικών σε σύλληψη και εντυπωσιακών σε αποτέλεσμα πολιορκητικών μηχανών. Τότε κατασκευάσθηκαν τα τρομερά «τεθωρακισμένα» της εποχής, όπως οι γιγάντιοι πύργοι πολιορκίας («ελεπόλεις»), οι πανίσχυροι στεγασμένοι «κριοί», τα αποτελεσματικότατα παλινδρομικά κρουστικά «τρύπανα», κ.ά.
Κορυφαίο επίτευγμα της εποχής υπήρξε ο πολυβόλος καταπέλτης των Ροδίων (ένας μηχανισμός συνεχούς, αυτόματης ρίψης βελών).